Συνέντευξη στο site: Speak freely
–Σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας και για τη συνέντευξη που μου παραχωρείτε. Πρώτα απ’ όλα ήθελα να σας γνωρίσω καλύτερα..Ήθελα να μου πείτε από πότε ξεκινήσατε τη συγγραφική σας καριέρα κι αν είχατε ασχοληθεί και με κάποιον διαφορετικό κλάδο πιο πριν..
–Και εγώ σ’ ευχαριστώ πολύ! Ξεκίνησα να γράφω μετά τα 40, όταν πια είχα κατασταλάξει σε ιδέες· τότε που κατάλαβα ότι ο πολύς κόσμος ακολουθούσε και εφάρμοζε πρακτικές χωρίς στην ουσία να τις πιστεύει. Απλά επειδή έτσι γινόταν, είχα λοιπόν πράγματα να πω και να δείξω… Στα 40 μου άρχισα να γράφω άρθρα (μικρά κείμενα). Αργότερα κάποια κείμενα από αυτά βρέθηκαν τυχαία στα χέρια μίας κριτικού λογοτεχνίας η οποία με προέτρεψε να γράψω κάτι μεγαλύτερο κι έτσι έγραψα το πρώτο μου μυθιστόρημα. Μέχρι σήμερα έχω γράψει 25 μυθιστορήματα από τα οποία αυτή τη στιγμή κυκλοφορούν 3 αν και υπάρχει συμβόλαιο για τα περισσότερα από αυτά. Πριν τα 40 ασχολήθηκα με την αρχιτεκτονική εξωτερικών χώρων, την ζωγραφική και κατόπιν άνοιξα ένα δικό μου κατάστημα που σχετιζόταν με όλα αυτά. Τώρα μετά τα 50 ασχολούμαι αποκλειστικά μόνο με την συγγραφή.
-Ποιες είναι οι δυσκολίες στη συγγραφή θεατρικών έργων σε σχέση με των μυθιστορημάτων;
-Είναι δύο εντελώς διαφορετικές γραφές. Στο μυθιστόρημα έχουμε απεριόριστο αριθμό λέξεων και μπορούμε να πούμε αυτό που θέλουμε και να πλάσουμε χαρακτήρες σ’ ένα τεράστιο εύρος λέξεων. Ενώ στο θεατρικό έργο οι λέξεις μας είναι περιορισμένες και άρα πολύτιμες. Πρέπει δηλαδή μέσα σε λίγες σελίδες (αν πρόκειται για μονόλογο) και σε μερικές ακόμα αν πρόκειται για έργο πολλών προσώπων, να έχουμε διαμορφώσει μέσω των διαλόγων χαρακτήρες, να τους έχουμε εξελίξει παράλληλα με την υπόθεση και στο τέλος να την έχουμε ολοκληρώσει κιόλας. Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, χρειάζεται χειρουργική ακρίβεια και στην επιλογή των λέξεων και στον χειρισμό των προτάσεων για οτιδήποτε θέλουμε να κάνουμε στο θεατρικό κείμενο. Αυτή είναι η διαφορά που αφορά το γράψιμο, πέραν αυτής, της γραφής εννοώ, είναι σαφώς περισσότερες.
-Εσείς ποια από τις δύο συγγραφές προτιμάτε; Αυτή των θεατρικών έργων ή των μυθιστορημάτων;
-Το καθένα έχει διαφορετική ομορφιά. Η πρώτη μου αγάπη ήταν το μυθιστόρημα και δεν μπορώ να το αφήσω. Στο μυθιστόρημα όμως οι αντιδράσεις του κοινού για το έργο, είτε πρόκειται για θετικές είτε για αρνητικές, οι κριτικές ακολούθως των πιο ειδικών εισπράττονται με ασφάλεια, αργότερα. Μπορεί μετά από έξι μήνες ή και ένα χρόνο. Στο θέατρο έρχονται άμεσα. Με το που τελειώνει η παράσταση ο συγγραφέας, ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί παίρνουν τα εύσημα ή όχι. Το πολύ την επόμενη ή την μεθεπόμενη μέρα. Η κριτική έρχεται αμέσως μετά την παράσταση. Θα έλεγα λοιπόν ότι το θέατρο είναι διαδραστικό, άμεσο και το μυθιστόρημα έμμεσο κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την κριτική αλλά και με το σύνολο των εκδηλώσεων του κοινού.
-Μέχρι σήμερα τι εισπράττετε από τον κόσμο;
-Από τα μυθιστορήματα έχω εισπράξει καλές κριτικές. Δε μπορώ να πω βεβαίως ότι θα με ξένιζε μια αντίθετη άποψη από αυτά που προτείνω. Κάθε άλλο. Μια ιδέα –ξέρετε- δεν μπορεί να είναι αρεστή σε όλο τον κόσμο, το ίδιο ισχύει και για μια υπόθεση ή έναν τρόπο γραφής. Είναι λογικό να υπάρχουν αντιδράσεις και αρνητικές κριτικές. Ίσως είναι ο τρόπος που γράφονται τα βιβλία που ξενίζουν κάποιους δυσάρεστα. Τώρα όσον αφορά τις μέχρι τώρα αντιδράσεις του κοινού από το θέατρο ήταν (μέχρι τώρα) αναπάντεχα καλές, τόσο, που δεν το περιμέναμε. Σ’αυτό στηριζόμαστε και προχωράμε.
– Συνήθως με τι θέματα σας αρέσει να καταπιάνεστε;
–Στην αρχή μου άρεσε να γράφω μυθιστορήματα δράσης. Αργότερα με συνεπήραν οι κοινωνικές υποθέσεις. Σήμερα όμως μπορώ να πω ότι ασχολούμαι αποκλειστικά με ψυχογραφήματα. Ψάχνω να βρω τις αιτίες της δράσης. Δεν μ’ ενδιαφέρει δηλαδή τόσο η δυναμική ή η ασθενής αντίδραση του κάθε ατόμου όσο το τι κρύβεται πίσω από τη συγκεκριμένη ενέργειά του. Το αίτιο δηλαδή που έκανε το άτομο να δράσει κι αυτό γιατί πίσω από κάθε μας λέξη, πόσο μάλλον από κάθε μας πράξη κρύβεται ένας ωκεανός ζητημάτων.
– Αρνητικά;
-Όχι. Δεν θα μπορούσε να είναι μόνο αρνητικά, υπάρχουν σίγουρα και ισόποσα θετικά. Ως δράση, νοείται η κίνηση, είτε είναι θετική είτε είναι αρνητική ως προς το κοινωνικό σύνολο, άρα ο μέσος όρος είναι μοιρασμένος. Για να γίνω πιο σαφής ξεκαθαρίζω ότι με ενδιαφέρει κυρίως το αίτιο που ωθεί τον κάθε άνθρωπο να δράσει, να κάνει κάτι, οτιδήποτε κι αν είναι αυτό.
Ποιες είναι οι πηγές έμπνευσης σας;
–Ο κάθε συγγραφέας αντλεί ιδέες από οτιδήποτε. Έτσι κι εγώ, μπορεί να δω μια εικόνα και να γράψω ένα μυθιστόρημα βασισμένο σ’ αυτήν, μπορεί ν’ ακούσω μια στιχομυθία και να γράψω ένα θεατρικό…. Πλέον όμως δεν χρειάζομαι ούτε κι αυτό το ερέθισμα, μου αρκεί να μου πει κάποιος μια ιδέα, ή να μου ζητήσει κάτι συγκεκριμένο και το μεταφέρω στο χαρτί ή στην θεατρική σκηνή. Κι όλο αυτό θέλω να τονίσω δεν έχει τίποτα από εκείνο που θα ονόμαζε κάποιος ‘πρόχειρο’, απεναντίας έχει το ίδιο κομμάτι του εαυτού μου που έχουν και όλα τα υπόλοιπα έργα μου, αφού χωρίς να αγαπήσω αυτή την ιδέα και χωρίς να κυλιστώ μέσα της, δεν θα μπορούσα να δημιουργήσω.
-Μέσα από τα βιβλία σας τι θα θέλατε να κρατήσει ο κόσμος;
– Θα ήθελα μέσα από τα βιβλία μου να προτρέψω τον κόσμο να ζήσει την ζωή εκείνη που πραγματικά θέλει. Την ζωή που πραγματικά επιθυμεί. Η κοινωνία συνήθως νοιάζεται για την αγαστή συνεργασία των μελών της κι όχι τόσο για την ευτυχία τους. Όλοι οι κανόνες της κοινωνίας είναι θεσπισμένοι έτσι, ώστε η μάζα, το πλήθος του κόσμου να προχωρά απρόσκοπτα στο έργο που είναι επιφορτισμένο να κάνει. Γι αυτό το λόγο προσπαθώ να καθαιρέσω τις αξίες εκείνες που μπορεί να είναι καλές για το κοινωνικό σύνολο, αλλά βάλλουν κατά της ατομικής ελευθερίας του ατόμου, με αποτέλεσμα να εμποδίζουν την πορεία του προς την ευτυχία. Το άτομο, ο καθένας από εμάς ξεχωριστά, κι ακόμα και δικαιώματα πέραν του συνόλου.
-Βιοπορίζεστε από την συγγραφή;
-Τώρα έχω δημιουργήσει τις προϋποθέσεις εκείνες που δεν χρειάζεται να ασκώ κάποιο παράλληλο επάγγελμα. Τώρα, αν μπορεί κάποιος να βιοπορίζεται με την συγγραφή, δεν ξέρω. Ίσως και ναι. Μπορεί να υπάρχουν κάποιοι που να τα καταφέρνουν. Όμως η συντριπτική πλειοψηφία των συγγραφέων δεν μπορούν να βιοποριστούν. Η συγγραφή είναι ένα μεράκι, μία αγάπη που δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτήν, δεν είναι κάτι στο οποίο θα μπορούσε να βασιστεί κάποιος για να ζήσει. Κάποια έσοδα υπάρχουν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί η πλειοψηφία των συγγραφέων να βιοποριστεί μόνο απ’αυτά
.
-Έχετε μετανιώσει για κάτι ως σήμερα στην ζωή σας;
–Αν είχα τη γνώση (γιατί τη γνώση, όπως είναι γνωστό δεν την έχουμε με το που γεννιόμαστε αλλά την αποκτάμε αργότερα) θα ήθελα να έγραφα από τα είκοσι χρόνια μου. Όμως για να μπορέσει να γράψει κάποιος, θα πρέπει να έχει και τις εμπειρίες αλλά και να έχει κατασταλάξει σε ιδέες, πράγμα που είναι δύσκολο. Κι εμείς και ως συγγραφείς αλλά και ως άνθρωποι εκπαιδευόμαστε με την πάροδο του χρόνου. Τα πρώτα μου βιβλία δεν έχουν καμία σχέση με τα τελευταία. Οι ιδέες μου οι πρώτες δεν έχουν καμία σχέση με τις ιδέες μου τις τωρινές. Τώρα μπορώ πλέον να επιχειρηματολογήσω για τα πράγματα τα οποία αμφισβητώ. Νεότερος αμφισβητούσα μεν, χωρίς όμως να μπορώ να δικαιολογήσω με επάρκεια αυτές τις αμφισβητήσεις που είχα. Θεωρώ λοιπόν ότι μεγαλώνοντας και αποκτώντας εμπειρίες μπορεί κάποιος να συγγράψει πολύ πιο εύκολα, πολύ πιο πειστικά, θα έλεγα.
– Πολλοί υποστηρίζουν ότι η ζωή ξεκινάει μετά τα 40… Πιστεύετε εσείς σ’ αυτό;
–Η κάθε ηλικία έχει τα δικά της ενδιαφέροντα. Η ηλικία των σαράντα βεβαίως έχει ένα πλεονέκτημα. Κάποιος/α έχει την εμπειρία που χρειάζεται ώστε να ξέρει να απολαμβάνει την ζωή και εκτός αυτού ο μέσος άνθρωπος έχει και τους ανάλογους πόρους ώστε να μπορέσει να το κάνει. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς πλούσιος ώστε να περνάει όμορφα, αρκεί να χρησιμοποιεί το μυαλό του σωστά.
-Τελικά τι είναι αυτό που χρειαζόμαστε στην ζωή μας για να μπορέσουμε να είμαστε ευτυχισμένοι;
–Η ευτυχία όπως γνωρίζετε δεν κατακτάται, συναντάται σε κάποιο σταυροδρόμι της ζωής κι αυτό, όταν οι συγκυρίες συμπέσουν. Τότε ευτυχούμε. Η ευτυχία διαρκεί λίγο και το επόμενο ραντεβού της δυστυχώς δεν είναι προκαθορισμένο με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Θα έλεγα ότι η βασική προϋπόθεση για την ύπαρξή της είναι η ευγνωμοσύνη κι αυτό, όσο κι αν ακούγεται παράξενο, σε μία βαθύτερη ανάλυση του θα δει όποιος αμφιβάλλει, πως είναι η μόνη βάση που μπορεί να στηριχθεί (η ευτυχία) για όσο διαρκέσει.
-Από το δικό σας ταξίδι μέχρι σήμερα τι θεωρείτε πως σας δίδαξε η ζωή;
–Το μεγαλύτερο απόκτημά μου από τη μέχρι σήμερα πορεία μου, είναι το ότι έχω καταφέρει να δικαιολογώ τους πάντες. Όλοι έχουν ένα λόγο, μια σοβούσα αιτία, που λένε ή κάνουν το κάθε τι, -αναφέρω συγκεκριμένα στο τελευταίο μου βιβλίο-, μονάχα που αυτός μας διαφεύγει...
-Φοβάστε το αύριο;
–Ο φόβος γενικά είναι ένα παράλογο συναίσθημα αφού δεν έχει να κάνει με το παρόν αλλά με το μέλλον, άρα το να φοβάμαι τι θα απογίνω μετά από 5 ή 10 χρόνια είναι κουτό, αφού μπορεί να μην ζω την επόμενη αυτής της συνέντευξης. Το να φοβάμαι τι θα γίνω μετά το θάνατό μου το θεωρώ επιεικώς αστείο. Θεωρώ ότι θα είμαι εκεί και θα νοιώθω αυτά, που ένοιωθα πριν γεννηθώ…
– Τι ετοιμάζετε φέτος τον χειμώνα;
– Μέχρι το τέλος του χρόνου, θα παίζεται στο Θέατρο Αλκμήνη κάθε Πέμπτη στις 21:30 το έργο μου ‘Κορίτσι Διαμάντι’ σε σκηνοθεσία Ελένης Μιχελή και παράλληλα από 18 Νοεμβρίου και κάθε Δευτέρα στις 21:00, στο Θέατρο Παραμυθίας το δεύτερο έργο μου “Το λαχείο’, σε σκηνοθεσία Σπύρου Σπαντίδα. Από τη νέα χρονιά ήδη εξετάζεται ένα νέο μου θεατρικό έργο καθώς επίσης την άνοιξη αναμένεται από τις εκδόσεις Ψυχογιός η κυκλοφορία του νέου μου βιβλίου.
-Πως είναι η συνεργασία σας με τον κ. Παραδείση;
-Θα έλεγα πως καμία συνεργασία δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη, αφού εκτός από τα της σκηνής διαδραματιζόμενα, μας συνδέει και μια βαθιά φιλία.
–Μέσα από τις εμπειρίες σας ως σήμερα τι θα ήταν αυτό που θα λέγατε στα νέα παιδιά που θα ξεκινήσουν κάτι καινούργιο στην ζωή τους και έχουν έναν δισταγμό;
-Να κάνουν πάντα αυτό που τους αρέσει. Να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις εκείνες που θα τους φέρουν κοντά στα πράγματα που αγαπούν. Οι κανόνες έγιναν για να εξυπηρετούνται σκοποί και καταστάσεις. Να μην επηρεάζονται από λόγια και πρακτικές που ωφελούν το απρόσωπο σύνολο. Να κάνουν εκείνο που επιθυμούν με σεβασμό τα δικαιώματα των άλλων.
–Και εγώ σ’ ευχαριστώ πολύ! Ξεκίνησα να γράφω μετά τα 40, όταν πια είχα κατασταλάξει σε ιδέες· τότε που κατάλαβα ότι ο πολύς κόσμος ακολουθούσε και εφάρμοζε πρακτικές χωρίς στην ουσία να τις πιστεύει. Απλά επειδή έτσι γινόταν, είχα λοιπόν πράγματα να πω και να δείξω… Στα 40 μου άρχισα να γράφω άρθρα (μικρά κείμενα). Αργότερα κάποια κείμενα από αυτά βρέθηκαν τυχαία στα χέρια μίας κριτικού λογοτεχνίας η οποία με προέτρεψε να γράψω κάτι μεγαλύτερο κι έτσι έγραψα το πρώτο μου μυθιστόρημα. Μέχρι σήμερα έχω γράψει 25 μυθιστορήματα από τα οποία αυτή τη στιγμή κυκλοφορούν 3 αν και υπάρχει συμβόλαιο για τα περισσότερα από αυτά. Πριν τα 40 ασχολήθηκα με την αρχιτεκτονική εξωτερικών χώρων, την ζωγραφική και κατόπιν άνοιξα ένα δικό μου κατάστημα που σχετιζόταν με όλα αυτά. Τώρα μετά τα 50 ασχολούμαι αποκλειστικά μόνο με την συγγραφή.
-Ποιες είναι οι δυσκολίες στη συγγραφή θεατρικών έργων σε σχέση με των μυθιστορημάτων;
-Είναι δύο εντελώς διαφορετικές γραφές. Στο μυθιστόρημα έχουμε απεριόριστο αριθμό λέξεων και μπορούμε να πούμε αυτό που θέλουμε και να πλάσουμε χαρακτήρες σ’ ένα τεράστιο εύρος λέξεων. Ενώ στο θεατρικό έργο οι λέξεις μας είναι περιορισμένες και άρα πολύτιμες. Πρέπει δηλαδή μέσα σε λίγες σελίδες (αν πρόκειται για μονόλογο) και σε μερικές ακόμα αν πρόκειται για έργο πολλών προσώπων, να έχουμε διαμορφώσει μέσω των διαλόγων χαρακτήρες, να τους έχουμε εξελίξει παράλληλα με την υπόθεση και στο τέλος να την έχουμε ολοκληρώσει κιόλας. Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, χρειάζεται χειρουργική ακρίβεια και στην επιλογή των λέξεων και στον χειρισμό των προτάσεων για οτιδήποτε θέλουμε να κάνουμε στο θεατρικό κείμενο. Αυτή είναι η διαφορά που αφορά το γράψιμο, πέραν αυτής, της γραφής εννοώ, είναι σαφώς περισσότερες.
-Εσείς ποια από τις δύο συγγραφές προτιμάτε; Αυτή των θεατρικών έργων ή των μυθιστορημάτων;
-Το καθένα έχει διαφορετική ομορφιά. Η πρώτη μου αγάπη ήταν το μυθιστόρημα και δεν μπορώ να το αφήσω. Στο μυθιστόρημα όμως οι αντιδράσεις του κοινού για το έργο, είτε πρόκειται για θετικές είτε για αρνητικές, οι κριτικές ακολούθως των πιο ειδικών εισπράττονται με ασφάλεια, αργότερα. Μπορεί μετά από έξι μήνες ή και ένα χρόνο. Στο θέατρο έρχονται άμεσα. Με το που τελειώνει η παράσταση ο συγγραφέας, ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί παίρνουν τα εύσημα ή όχι. Το πολύ την επόμενη ή την μεθεπόμενη μέρα. Η κριτική έρχεται αμέσως μετά την παράσταση. Θα έλεγα λοιπόν ότι το θέατρο είναι διαδραστικό, άμεσο και το μυθιστόρημα έμμεσο κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την κριτική αλλά και με το σύνολο των εκδηλώσεων του κοινού.
-Μέχρι σήμερα τι εισπράττετε από τον κόσμο;
-Από τα μυθιστορήματα έχω εισπράξει καλές κριτικές. Δε μπορώ να πω βεβαίως ότι θα με ξένιζε μια αντίθετη άποψη από αυτά που προτείνω. Κάθε άλλο. Μια ιδέα –ξέρετε- δεν μπορεί να είναι αρεστή σε όλο τον κόσμο, το ίδιο ισχύει και για μια υπόθεση ή έναν τρόπο γραφής. Είναι λογικό να υπάρχουν αντιδράσεις και αρνητικές κριτικές. Ίσως είναι ο τρόπος που γράφονται τα βιβλία που ξενίζουν κάποιους δυσάρεστα. Τώρα όσον αφορά τις μέχρι τώρα αντιδράσεις του κοινού από το θέατρο ήταν (μέχρι τώρα) αναπάντεχα καλές, τόσο, που δεν το περιμέναμε. Σ’αυτό στηριζόμαστε και προχωράμε.
– Συνήθως με τι θέματα σας αρέσει να καταπιάνεστε;
–Στην αρχή μου άρεσε να γράφω μυθιστορήματα δράσης. Αργότερα με συνεπήραν οι κοινωνικές υποθέσεις. Σήμερα όμως μπορώ να πω ότι ασχολούμαι αποκλειστικά με ψυχογραφήματα. Ψάχνω να βρω τις αιτίες της δράσης. Δεν μ’ ενδιαφέρει δηλαδή τόσο η δυναμική ή η ασθενής αντίδραση του κάθε ατόμου όσο το τι κρύβεται πίσω από τη συγκεκριμένη ενέργειά του. Το αίτιο δηλαδή που έκανε το άτομο να δράσει κι αυτό γιατί πίσω από κάθε μας λέξη, πόσο μάλλον από κάθε μας πράξη κρύβεται ένας ωκεανός ζητημάτων.
– Αρνητικά;
-Όχι. Δεν θα μπορούσε να είναι μόνο αρνητικά, υπάρχουν σίγουρα και ισόποσα θετικά. Ως δράση, νοείται η κίνηση, είτε είναι θετική είτε είναι αρνητική ως προς το κοινωνικό σύνολο, άρα ο μέσος όρος είναι μοιρασμένος. Για να γίνω πιο σαφής ξεκαθαρίζω ότι με ενδιαφέρει κυρίως το αίτιο που ωθεί τον κάθε άνθρωπο να δράσει, να κάνει κάτι, οτιδήποτε κι αν είναι αυτό.
Ποιες είναι οι πηγές έμπνευσης σας;
–Ο κάθε συγγραφέας αντλεί ιδέες από οτιδήποτε. Έτσι κι εγώ, μπορεί να δω μια εικόνα και να γράψω ένα μυθιστόρημα βασισμένο σ’ αυτήν, μπορεί ν’ ακούσω μια στιχομυθία και να γράψω ένα θεατρικό…. Πλέον όμως δεν χρειάζομαι ούτε κι αυτό το ερέθισμα, μου αρκεί να μου πει κάποιος μια ιδέα, ή να μου ζητήσει κάτι συγκεκριμένο και το μεταφέρω στο χαρτί ή στην θεατρική σκηνή. Κι όλο αυτό θέλω να τονίσω δεν έχει τίποτα από εκείνο που θα ονόμαζε κάποιος ‘πρόχειρο’, απεναντίας έχει το ίδιο κομμάτι του εαυτού μου που έχουν και όλα τα υπόλοιπα έργα μου, αφού χωρίς να αγαπήσω αυτή την ιδέα και χωρίς να κυλιστώ μέσα της, δεν θα μπορούσα να δημιουργήσω.
-Μέσα από τα βιβλία σας τι θα θέλατε να κρατήσει ο κόσμος;
– Θα ήθελα μέσα από τα βιβλία μου να προτρέψω τον κόσμο να ζήσει την ζωή εκείνη που πραγματικά θέλει. Την ζωή που πραγματικά επιθυμεί. Η κοινωνία συνήθως νοιάζεται για την αγαστή συνεργασία των μελών της κι όχι τόσο για την ευτυχία τους. Όλοι οι κανόνες της κοινωνίας είναι θεσπισμένοι έτσι, ώστε η μάζα, το πλήθος του κόσμου να προχωρά απρόσκοπτα στο έργο που είναι επιφορτισμένο να κάνει. Γι αυτό το λόγο προσπαθώ να καθαιρέσω τις αξίες εκείνες που μπορεί να είναι καλές για το κοινωνικό σύνολο, αλλά βάλλουν κατά της ατομικής ελευθερίας του ατόμου, με αποτέλεσμα να εμποδίζουν την πορεία του προς την ευτυχία. Το άτομο, ο καθένας από εμάς ξεχωριστά, κι ακόμα και δικαιώματα πέραν του συνόλου.
-Βιοπορίζεστε από την συγγραφή;
-Τώρα έχω δημιουργήσει τις προϋποθέσεις εκείνες που δεν χρειάζεται να ασκώ κάποιο παράλληλο επάγγελμα. Τώρα, αν μπορεί κάποιος να βιοπορίζεται με την συγγραφή, δεν ξέρω. Ίσως και ναι. Μπορεί να υπάρχουν κάποιοι που να τα καταφέρνουν. Όμως η συντριπτική πλειοψηφία των συγγραφέων δεν μπορούν να βιοποριστούν. Η συγγραφή είναι ένα μεράκι, μία αγάπη που δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτήν, δεν είναι κάτι στο οποίο θα μπορούσε να βασιστεί κάποιος για να ζήσει. Κάποια έσοδα υπάρχουν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί η πλειοψηφία των συγγραφέων να βιοποριστεί μόνο απ’αυτά
.
-Έχετε μετανιώσει για κάτι ως σήμερα στην ζωή σας;
–Αν είχα τη γνώση (γιατί τη γνώση, όπως είναι γνωστό δεν την έχουμε με το που γεννιόμαστε αλλά την αποκτάμε αργότερα) θα ήθελα να έγραφα από τα είκοσι χρόνια μου. Όμως για να μπορέσει να γράψει κάποιος, θα πρέπει να έχει και τις εμπειρίες αλλά και να έχει κατασταλάξει σε ιδέες, πράγμα που είναι δύσκολο. Κι εμείς και ως συγγραφείς αλλά και ως άνθρωποι εκπαιδευόμαστε με την πάροδο του χρόνου. Τα πρώτα μου βιβλία δεν έχουν καμία σχέση με τα τελευταία. Οι ιδέες μου οι πρώτες δεν έχουν καμία σχέση με τις ιδέες μου τις τωρινές. Τώρα μπορώ πλέον να επιχειρηματολογήσω για τα πράγματα τα οποία αμφισβητώ. Νεότερος αμφισβητούσα μεν, χωρίς όμως να μπορώ να δικαιολογήσω με επάρκεια αυτές τις αμφισβητήσεις που είχα. Θεωρώ λοιπόν ότι μεγαλώνοντας και αποκτώντας εμπειρίες μπορεί κάποιος να συγγράψει πολύ πιο εύκολα, πολύ πιο πειστικά, θα έλεγα.
– Πολλοί υποστηρίζουν ότι η ζωή ξεκινάει μετά τα 40… Πιστεύετε εσείς σ’ αυτό;
–Η κάθε ηλικία έχει τα δικά της ενδιαφέροντα. Η ηλικία των σαράντα βεβαίως έχει ένα πλεονέκτημα. Κάποιος/α έχει την εμπειρία που χρειάζεται ώστε να ξέρει να απολαμβάνει την ζωή και εκτός αυτού ο μέσος άνθρωπος έχει και τους ανάλογους πόρους ώστε να μπορέσει να το κάνει. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς πλούσιος ώστε να περνάει όμορφα, αρκεί να χρησιμοποιεί το μυαλό του σωστά.
-Τελικά τι είναι αυτό που χρειαζόμαστε στην ζωή μας για να μπορέσουμε να είμαστε ευτυχισμένοι;
–Η ευτυχία όπως γνωρίζετε δεν κατακτάται, συναντάται σε κάποιο σταυροδρόμι της ζωής κι αυτό, όταν οι συγκυρίες συμπέσουν. Τότε ευτυχούμε. Η ευτυχία διαρκεί λίγο και το επόμενο ραντεβού της δυστυχώς δεν είναι προκαθορισμένο με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Θα έλεγα ότι η βασική προϋπόθεση για την ύπαρξή της είναι η ευγνωμοσύνη κι αυτό, όσο κι αν ακούγεται παράξενο, σε μία βαθύτερη ανάλυση του θα δει όποιος αμφιβάλλει, πως είναι η μόνη βάση που μπορεί να στηριχθεί (η ευτυχία) για όσο διαρκέσει.
-Από το δικό σας ταξίδι μέχρι σήμερα τι θεωρείτε πως σας δίδαξε η ζωή;
–Το μεγαλύτερο απόκτημά μου από τη μέχρι σήμερα πορεία μου, είναι το ότι έχω καταφέρει να δικαιολογώ τους πάντες. Όλοι έχουν ένα λόγο, μια σοβούσα αιτία, που λένε ή κάνουν το κάθε τι, -αναφέρω συγκεκριμένα στο τελευταίο μου βιβλίο-, μονάχα που αυτός μας διαφεύγει...
-Φοβάστε το αύριο;
–Ο φόβος γενικά είναι ένα παράλογο συναίσθημα αφού δεν έχει να κάνει με το παρόν αλλά με το μέλλον, άρα το να φοβάμαι τι θα απογίνω μετά από 5 ή 10 χρόνια είναι κουτό, αφού μπορεί να μην ζω την επόμενη αυτής της συνέντευξης. Το να φοβάμαι τι θα γίνω μετά το θάνατό μου το θεωρώ επιεικώς αστείο. Θεωρώ ότι θα είμαι εκεί και θα νοιώθω αυτά, που ένοιωθα πριν γεννηθώ…
– Τι ετοιμάζετε φέτος τον χειμώνα;
– Μέχρι το τέλος του χρόνου, θα παίζεται στο Θέατρο Αλκμήνη κάθε Πέμπτη στις 21:30 το έργο μου ‘Κορίτσι Διαμάντι’ σε σκηνοθεσία Ελένης Μιχελή και παράλληλα από 18 Νοεμβρίου και κάθε Δευτέρα στις 21:00, στο Θέατρο Παραμυθίας το δεύτερο έργο μου “Το λαχείο’, σε σκηνοθεσία Σπύρου Σπαντίδα. Από τη νέα χρονιά ήδη εξετάζεται ένα νέο μου θεατρικό έργο καθώς επίσης την άνοιξη αναμένεται από τις εκδόσεις Ψυχογιός η κυκλοφορία του νέου μου βιβλίου.
-Πως είναι η συνεργασία σας με τον κ. Παραδείση;
-Θα έλεγα πως καμία συνεργασία δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη, αφού εκτός από τα της σκηνής διαδραματιζόμενα, μας συνδέει και μια βαθιά φιλία.
–Μέσα από τις εμπειρίες σας ως σήμερα τι θα ήταν αυτό που θα λέγατε στα νέα παιδιά που θα ξεκινήσουν κάτι καινούργιο στην ζωή τους και έχουν έναν δισταγμό;
-Να κάνουν πάντα αυτό που τους αρέσει. Να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις εκείνες που θα τους φέρουν κοντά στα πράγματα που αγαπούν. Οι κανόνες έγιναν για να εξυπηρετούνται σκοποί και καταστάσεις. Να μην επηρεάζονται από λόγια και πρακτικές που ωφελούν το απρόσωπο σύνολο. Να κάνουν εκείνο που επιθυμούν με σεβασμό τα δικαιώματα των άλλων.